χυτροειδής

χυτροειδής
χυτρο-ειδής, ές,
A like a pot, Sch.Theoc.5.58.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • χυτροειδής — ές, Α όμοιος με χύτρα ως προς το σχήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χύτρα + ειδής*] …   Dictionary of Greek

  • χυτροειδῆ — χυτροειδής like a pot neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) χυτροειδής like a pot masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) χυτροειδής like a pot masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χυτροειδές — χυτροειδής like a pot masc/fem voc sg χυτροειδής like a pot neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -ειδής — ές (είδος*) β συνθετικό επιθέτων και απλή παραγωγική κατάληξη, που δηλώνει ότι το ουσιαστικό το οποίο προσδιορίζεται από το επίθετο έχει τη μορφή που δηλώνει το α συνθετικό. Εμφανίζεται σε μεγάλο αριθμό σύνθετων λέξεων στη Νέα Ελληνική, έναντι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”